IV.
Εκείνο το σούρουπο δε θα θύμιζε σίγουρα σε τίποτα τα προηγούμενα. Ο ήλιος, κόκκινος κι ολοστρόγγυλος, ένιωσε μια φοβερή ανάγκη να κάνει κάτι απονενοημένο, κάτι που δεν είχε ξανασυμβεί μέχρι τότε, κάτι που θα αμφισβητούσε τον αυστηρά προκαθορισμένο του ρόλο. Αποφάσισε να γαντζωθεί σε μια κεραία, ξαφνιάζοντας έτσι τη Δύση και παρατείνοντας για λίγο ακόμη την κυριαρχία του πάνω στη μέρα.
Λίγες στιγμές νωρίτερα, στο γκαράζ μιας πολυκατοικίας ένας πατέρας αφαιρούσε τις βοηθητικές ρόδες από το ποδήλατο της μικρής του κόρης, ενώ αυτή παρατηρούσε ανυπόμονα, σχεδιάζοντας την πρώτη της βόλτα ελευθερίας γύρω από το τετράγωνο. Σ’ ένα μπαλκόνι γεμάτο γλάστρες, τρεις γιαγιάδες καθισμένες γύρω από ένα τραπέζι, τηρώντας τις προβλεπόμενες αποστάσεις, κουβέντιαζαν για τα όσα ειπώθηκαν για άλλη μια μέρα στο ενημερωτικό δελτίο των έξι. Στο παγκάκι της πλατείας, μια ολιγομελής παρέα έφηβων κοριτσιών αντάλλαζαν τα χθεσινοβραδινά νέα των διαδικτυακών τους φλερτ, και λίγο πιο πέρα στην ταράτσα μιας πολυκατοικίας, δυο φοιτήτριες που επέστρεψαν για να περάσουν την καραντίνα με την οικογένεια, μοιραζόντουσαν ένα τσιγάρο σε μια στιγμή σπάνιας πια ιδιωτικότητας.
Παράλληλα, μια καθαρίστρια του δήμου, μετανάστρια δεύτερης γενιάς, σκούπιζε το πεζοδρόμιο μιλώντας στο hands-free, μια γυναίκα ρομά σκάλιζε μια σακούλα με ρούχα που λίγη ώρα πριν κάποιος είχε αφήσει δίπλα στον κάδο, μια υπάλληλος του μασούτη σφουγγάριζε το διάδρομο με τα απορρυπαντικά πλυντηρίου, μια νοσηλεύτρια έπαιρνε το μπάνιο της μετά από μια εξαντλητική εφημερία, και μια ταξιτζού εκτελούσε την τελευταία της κούρσα (Β4. κίνηση για παροχή βοήθειας στην κατάκοιτη μάνα μου).
Εκείνο το σούρουπο, γενικώς, όλα έδειχναν να κυλούν σύμφωνα με τους προσφάτως επιβεβλημένους κανόνες περιορισμού και ασφάλειας, μέχρις ότου το εντυπωσιακό φαινόμενο της ηλιακής αγκίστρωσης στην ξεχαρβαλωμένη κεραία της καλωδιακής μιας πολυκατοικίας της αντιπαροχής, άρχισε να γίνεται αντιληπτό. Πρώτο το παρατήρησε το κοριτσάκι πάνω στο ποδήλατο. Δεν κατάλαβε εξαρχής περί τίνος πρόκειται. Κοίταξε τη φωτεινή, κόκκινη σφαίρα με ενθουσιασμό κι έπειτα άρχισε να καλεί τον μπαμπά του για να του δείξει την τρομερή ανακάλυψη. Οι τρεις γιαγιάδες απόρησαν και άνοιξαν κατευθείαν την τηλεόραση για να ενημερωθούν από κάποιο έκτακτο δελτίο. Τα κορίτσια στην πλατεία έβγαλαν τα κινητά τους να καταγράψουν το γεγονός και να ποστάρουν φωτογραφίες στο instagram, ενώ οι δυο φοιτήτριες έστειλαν κατευθείαν μήνυμα στις φίλες να βγουν σε παράθυρα και μπαλκόνια να χαζέψουν την ακραία φάση που έπαιζε.
Από την άλλη, η καθαρίστρια συνέχισε να σκουπίζει το δρόμο και να μιλάει στο τηλέφωνο, η γυναίκα ρομά να ψαχουλεύει απορροφημένη τις σακούλες, η υπάλληλος του μασούτη να τακτοποιεί τα ράφια με τα όσπρια-ζυμαρικά, και η νοσηλεύτρια να ετοιμάζει το βραδινό της. Μονάχα η ταξιτζού που τη στιγμή εκείνη, στο δρόμο για το σπίτι, έχοντας προσπεράσει τρία μπλόκα μπάτσων κι ενώ άλλαζε εμμονικά σταθμούς στο ραδιόφωνο, έγινε θεάτρια του εντελώς παράλογου σεναρίου που εκτυλισσόταν μπροστά στα μάτια της.
Ξαφνικά, και σχεδόν αντανακλαστικά, μέσα στις επόμενες ώρες όλα ανετράπησαν για άλλη μια φορά: τα κανάλια άρχισαν να μεταδίδουν δεδομένα σχετικά με τη νέα πραγματικότητα, η επιστημονική κοινότητα κινητοποιήθηκε για να προβλέψει τις επιπτώσεις, να ενημερώσει και να «καθησυχάσει», οι δημόσιες υπηρεσίες και σύσσωμος ο κρατικός μηχανισμός ενεργοποιήθηκαν για να σχεδιάσουν την επόμενη μέρα, τα καταστήματα οπτικών έβγαλαν έκτακτες προσφορές σε γυαλιά ηλίου, ενώ ενοχλητικές διαφημίσεις αντιηλιακών, καπέλων, σκίαστρων και ενυδατικών σκευασμάτων εμφανίστηκαν σε όλα τα μέσα δικτύωσης. Ο παγκόσμιος οργανισμός υγείας προειδοποίησε για επικίνδυνη πανηλία που δεν έχει ξαναζήσει η ανθρωπότητα και συμβούλεψε για την άμεση εφαρμογή των μέτρων προστασίας. Η αναγκαία απόσταση από την άλλη, έγινε αναγκαία απόσταση από τον ήλιο. Τα νυχτερινά μαγαζιά, που καιρό τώρα είχαν κλείσει, ανέστειλαν εκ νέου και επ’ αόριστον τη λειτουργία τους μέχρις ότου ξανανυχτώσει. Έννοιες όπως «διανυκτερεύοντα φαρμακεία» ή «νυχτερινό ρεύμα» ή «the night is young» καταργήθηκαν προσωρινά ως κενές νοήματος, ενώ τραγούδια όπως «τα κορίτσια ξενυχτάνε» ή «αυτή η νύχτα μένει» ή «άγια νύχτα» ηχούσαν πια ως νοσταλγικά κατάλοιπα ενός μακρινού παρελθόντος. Μια νέα τύπου καραντίνα ήταν πια σε εξέλιξη, ενώ οι μετακινήσεις περιορίστηκαν στο τρίπτυχο σουπερμάρκετ-παγωτατζίδικο-μέρη δροσιάς/σκιερές παραλίες.
Εντωμεταξύ το κοριτσάκι με το ποδήλατο, που πλέον είχε γίνει αστέρι στην οδήγηση, άλλα οι κατά σειρά περιοριστικοί κανονισμοί δεν της επέτρεπαν να χαρεί τη νέα αυτή, απελευθερωτική δυνατότητα, κι επιπλέον της γεννούσαν βαθιά ερωτήματα για τη ζωή και την ύπαρξη εν γένει, καταφέρνει να αποδράσει από το υπόγειο του σπιτιού της, αφήνοντας πίσω ένα σημείωμα: «καλύτερα μιας ώρας ελεύθερες πεταλιές / αλφάδι». Ανεβασμένη στη σέλα της, ποδηλατεί για ώρες, εγκαταλείποντας την οικογένεια και την πόλη της. Είναι επιτέλους ελεύθερη, μακριά απ’ όλα. Το ποδήλατο μπαίνει μέσα στο δάσος κι ενώ κινείται πέφτει πάνω σε ένα τοίχο στη μέση του πουθενά. Το κοριτσάκι σοκαρισμένο εντοπίζει λίγο παραδίπλα κάτι σκαλιά που οδηγούν σε μια πόρτα που επάνω γράφει «Έξοδος», ενώ στο background ακούγεται μια φωνή να του λέει ότι δεν υπάρχει περισσότερη αλήθεια εκεί έξω και καλά θα κάνει να γυρίσει στο σπίτι του. Το κοριτσάκι το σκέφτεται για λίγα λεπτά, έπειτα υποκλίνεται, χαμογελά και περνώντας την πόρτα ακούγεται να λέει «in case Ι don’t see you: good afternoon, good evening and goodnight!».

